Βάδισα στην καυτή άμμο
στην έρημο της ψυχής.
Οι αχτίδες του ήλιου έγιναν εργαλεία
αφόρητου βασανιστηρίου,
ξεφλούδισαν το δέρμα, το κέλυφος της ζωής μου,
πυρωμένο ατσάλι κολλημένο στις πληγές της.
Οι θεοί γέλασαν με τον μόχθο μιας απέλπιδας προσπάθειας
να χειραγωγήσω το συναίσθημα.
Αλαζόνες και είρωνες , μοχθηροί και ζηλόφθονες,
διψούσαν για εκδίκηση,
διψούσαν για το αίμα της ψυχής!
Στοιχημάτισαν στον όλεθρο,
στην πνοή του Λεβιάθαν,
στο μακελειό των οπλισμένων ενστίκτων,
στην αδυναμία της μελαγχολίας,
στο φυλλορόημα του ονείρου.
Στοιχημάτισαν στην απελπισία της ψυχής.
Οι δαίμονες έστησαν χορό
στις φλόγες ανείπωτου οργίου καταραμένων,
στον άηχο θόρυβο του στόματος της κόλασης,
στον τριγμό των σαπισμένων ξύλων
ενός ναυάγιου που κομματιάζεται στα βράχια.
Στο καθαρτήριο της ψυχής.
Η απουσία σου περιγέλασε τη θύμηση,
άντλησε την όρεξη για την απόγνωση,
επιβεβαίωσε την περατότητα του άπειρου,
τη ματαιότητα της αγάπης,
της απελπισίας τις φρούδες ελπίδες.
Γονάτισε την άμυνα της ψυχής.
Ευάλωτος, ανοχύρωτος, άοπλος, άφωνος,
περπάτησα στην άμμο που έκαιγε το Είναι,
στην άμμο που αψήφησε τη δύναμη της ψυχής.
Άντεξα… και θα συνεχίσω,
το άρωμά σου μέθυσε την ψυχή, την έκανε ανίκητη.
[στη ζωή]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου