Πέμπτη 18 Μαΐου 2017

ΔΑΣΚΑΛΕ











Ήτανε μέρα μεσημέρι
όταν  σηκώθηκ’ ένα χέρι,
δάσκαλε, μου’πε,  ήρθ’ η ώρα
να σε διδάξω εγώ τώρα!

Δάσκαλε  αυτόν εκεί που βλέπεις
που λέει πάντα πόσο τρέχεις,
αυτός  δεν έχει για να φάει,
αυτόν κανείς δεν τον κερνάει,
ο άλλος πέρα στη γωνία,
αυτός που κάνει φασαρία,
είναι γιατί πια δεν αντέχει
γιατί γονείς ποτέ δεν έχει,
κι αυτή, εκείνη στο θρανίο
το βράδυ τρέμει απ’ το κρύο,
και ‘κεινα κει τα δυό αδέλφια
ζούν μοναχά  σε ξένα χέρια
κι αυτού εκεί που δεν μιλάει
ειν’ η καρδιά του που σκιρτάει
γιατί στη γύρα αυτού του χρόνου
μάνα ‘χει σε κρεβάτι πόνου,
και τ’  άλλο το παιδί σιμά σου
τρέμει και χάνετ’ η λαλιά του
και κάθε βράδυ για να φάει
σε κάδους σκουπιδιών πηδάει!
Δάσκαλε πες μου ποιο ναυάγιο
βρήκε μόνο του μουράγιο,
δείξε μου ποια ψυχή χαμένη
δεν ειν’  στο παρελθόν καμένη,
ποιος πόνος, ποιος άγριος αγέρας
δεν κάνει το παιδί σου τέρας,
ποιος τάχατες θε να βρει λύση
όταν η ζωή τον έχει σκίσει,
όταν τον έκανε κομμάτια
παν’ στου Προκρούστη τα κρεβάτια;

Δάσκαλε, βλέπω πως χλωμιάζεις,
βλέπω πως τρέμεις, πως δειλιάζεις,
γιατί εσύ στη βόλεψή σου
ποτέ  δεν είδες  την ψυχή σου,
δάσκαλε δείξε μου και πες μου
τι θα με κάνει να προσέξω
που ειν’ οι αλγόριθμοι της φύσης,
κάθε προβλήματος οι λύσεις,
δάσκαλε μέσα στην καρδιά σου
ξέρεις πως πρέπει στα παιδιά σου
να πεις πως τώρα οι σειρήνες
δεν τραγουδάνε, στήνουν δίνες,
ο Αχιλλέας δεν λυπάται
που ο φίλος του ποδοπατάται,
δάσκαλε πες τους πως το χιόνι
δεν στροβιλίζεται στ’ αλώνι,
οι εποχές πια δεν υπάρχουν,
την Περσεφόνη τη δικάζουν
να μείνει πάντοτε στον Άδη,
ποτέ μη νοιώσει μάνας χάδι!

Δάσκαλε σήκω να διδάξεις
ό,τι δεν σ’άφησαν να πράξεις,
να πεις πως νόημα δεν έχει
το εκκρεμές αν στέκει ή τρέχει,
να πεις της χημείας τα στοιχεία
θα σας βυθίσουν στην ανία,
να πεις γραφή κι ορθογραφία
ποτέ - πουθενά δεν ήταν μία,
να πεις πως μεσ’ την ιστορία
αποκαλύπτεται η κακία,
ενός φαντάσματος  που  σφάζει,
βιάζει, κλέβει και τρομάζει,
να πεις πως ο,τι  μας υψώνει
το’χουνε θάψει  μεσ’ το χιόνι,
να πεις πως πια δεν έχουν ξάρτια
οι Αργοναύτες ζουν στ’ αμπάρια,
δάσκαλε, θάρρος, μη δακρύζεις
δείξε μας πως ν’  αποφασίζεις
τον κόσμο γύρω σου ν’ αρπάξεις,
να τον σκεπάσεις, να τον φυλάξεις
γιατί οι άγριες Μαινάδες
ειν’ τώρα των καιρών κυράδες,
γιατί, ξανά το σύμπαν όλο
στην αδικία ζει, στο δόλο,
στους δρόμους, τώρα πια, ληστεία
είναι τ’  ανθρώπου η απληστία!

Κοίτα τριγύρω και στοχάσου,
τι κουβαλάς εσύ σιμά σου,
τι ειν’  αυτό που θα αφήσεις
σα θα σκορπίσεις μεσ’  τη φύση;
Δάσκαλε σήκω, δίδαξέ μας,
άσε τους νόμους κι έλα πες μας
πες μας τι θέλεις να διδάξεις,
πες τι ανθρώπους θες να φτιάξεις,
πες μας για τούτον τον πλανήτη,
γι αυτόν που τώρα λεν αλήτη,
για τα παιδιά που ζουν στους δρόμους
για τους πολέμους και τους φόνους,
πες μας να ξέρουμ’ από σένα
πως δυό δεν δίνει ένα κι ένα,
πως κάθε άνθρωπος μονάχος
γίνεται λεία κι όχι βράχος,
δάσκαλε κοίταξε την τάξη
και πες αλήθεια τι είναι εντάξει,
πες μας πως ο καημός θα γίνει δόρυ,
πως θα οπλίσει καθ’ αγόρι,
πες μας πως θα’βρει την ελπίδα
κάθε κορίτσι για ασπίδα!

Δάσκαλε ήρθε η σειρά μου,
άκου τα λόγια τα δικά μου,
ό,τι κι αν έρθεις να διδάξεις
τον κόσμο δούλων δε θα φτιάξεις,
στήσου ορθός κι αναλογίσου
αυτό που λέει η λογική σου,
από τα βάθη των αιώνων
λίπασμα γινόμαστε των χρόνων
μα ήρθ’ ο καιρός πια για ν’ ανθίσει
ο σπόρος που έπεσε στη φύση!
Δάσκαλε, άκου καλά και διδαξέ μας,
όσα φοβάσαι φώναξέ μας,
τα χέρια μας κι αν ειν’ δεμένα
και τα μυαλά μας πλανεμένα
στόχος (από χρόνια περασμένα)
να μη γενούμε σαν κι εσένα….