Παρασκευή 17 Μαΐου 2013

Η ΜΟΝΑΞΙΑ ΤΟΥ ΔΑΣΚΑΛΟΥ.



(στη Βασιλική)

Κοίταξα τα βλέμματα συντρόφων,
βαθειά μελανιασμένα, απελπισμένα, άχρωμα,
άγρια και μελαγχολικά,
θυμήθηκα τη συντριβή του Εωσφόρου,
το βλέμμα στον παράδεισο που έχανε,
θυμήθηκα την οργή των Τιτάνων
όταν σφραγίστηκε η πύλη για τον έξω κόσμο,
θυμήθηκα το βλέμμα μου αλλά και το δικό σου,
το βλέμμα της αποστροφής,
 βλέμμα της μοναξιάς.

Βαθειά πληγή η μοναξιά σε χρόνους φλογισμένους,
πικρό ποτήρι η οργή για τους φυλακισμένους,
άγονη γη, βραχώδης τόπος, ο δρόμος για τον Γολγοθά,
τα βράδια γίνονται ξανά εφιάλτες που διαβαίνουν
και σου μηνούν τη σταύρωση
που τώρα ξεκινά.

Καθένας μόνος κι άοπλος, στις θύελλες που ζώνουν
την  ύπαρξη μας που, συχνά, τρικλίζοντας γυρνά,
παραπατά, λικνίζεται, σωριάζεται στο χώμα
και μάταια αγωνίζεται απέναντι στο φόβο που τρώει τα σωθικά.
Κλείνει ρωγμές ανοίγοντας χαράδρες, στήνει δοκάρια για σκεπή
κι άσκεπη  ξαγρυπνά, τον Σίσυφο αναπολεί και βλέπει την αρένα
μιας ζήσης που επέλεξε κόντρα στα ξωτικά,
στις νύμφες και στους σάτυρους, στις άγριες σειρήνες
που σε πλανεύουν εύκολα με κόλπα μαγικά,
κόντρα στο πλήθος των νεκρών που ζουν γιατί αντικρίζουν,
το είδωλό τους σε πλατειά οθόνη αρπαγής ψυχών και  λογικής,
σε καπηλειά που σου ‘ταξαν μιαν άγρια ηδονή,
στις άκρες των χειλιών που οινόπνευμα μυρίζουν κι ανέραστοι
τον έρωτα πάντοτε κυνηγούν, στο σπορ της εποχής.

Βαριά πληγή η μοναξιά σε χρόνους φλογισμένους,
συντρίβει το ανθρώπινο μυαλό, δείχνει αλλοπαρμένους
να τριγυρνούν αδιάκοπα, σαν άγρια σκυλιά,
γιατί, στης μάντισσας το τρίποδο, βλέπουνε το μετά!

 Άδειες ψυχές, άδεια κορμιά, ερείπια στημένα
κόντρα στη λύσσα του βοριά, στην άρμη του νοτιά,
πατρίδα δεν αναπολούν, κανένας νόστος δεν μπορεί
να σπάσει τα δεσμά,
κανένα ξόρκι μαγικό, πλανέματα του πλήθους,
ακροβασίες τρομερές σε λόγια και χαρτιά,
σημαίες π’ ανεμίζουνε και ψέματα χαρίζουν
στων ευκολόπιστων θνητών τις άγριες ορδές,
αδιάφορες κι ανέγγιχτες αιώνια τις αφήνουν
θυσία κι ολοκαύτωμα στις πλάνες που θερίζουν,
χωρίς ελπίδα γιατρειάς σ’ ανθρώπινες πληγές.

Βαριά πολύ η μοναξιά σε χρόνους φλογισμένους,
απίστευτη η μοναξιά επάνω στον σταυρό,
μαύρη χολή σ’ ανήλιαγα μπουντρούμια νοτισμένα,
στον τάφο σου, ολοζώντανος, να βρίσκεσαι κλεισμένος
γιατί ποτέ και πουθενά δεν βλέπεις λυτρωμό!

Πέμπτη 16 Μαΐου 2013

ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΗ ΦΥΛΑΚΗ (;)


Βλέπω το μέλλον και βλέπω σφαγές
Βλέπω το μέλλον και βλέπω αγώνα
Βλέπω το μέλλον και βλέπω ανθρώπους να πεθαίνουν όρθιοι για την αξιοπρέπεια τους
Βλέπω το μέλλον χωρίς νταβατζήδες, καναλάρχες, εργολάβους, εξαγορασμένους δημοσιογράφους, τάγματα καταστολής
Βλέπω το μέλλον των απλών πολιτών που δεν χειραγωγούνται από τα κόμματα
Βλέπω ένα μέλλον ελπίδας, συμφιλίωσης, χωρίς τζόγο και χωρίς κέρδος
Παλεύω για την πατρίδα μου, για τους εργαζόμενους, για τους εξαθλιωμένους όλης της γης
Βλέπω το μέλλον που ονειρεύεστε αλλά γονατιστοί δεν μπορείτε να το δείτε επειδή έχετε το κεφάλι σκυμμένο κάτω, κάτω από τον φόβο
Βλέπω, όμως, τα παιδιά μας χαρούμενα, σε μια άλλη κοινωνία, σε ένα άλλο μέλλον
Βλέπω αυτό που δεν βλέπετε επειδή είμαι τυφλός
Ακούω τον ψίθυρό του επειδή είμαι κουφός και δεν ακούω τις σειρήνες
Βλέπω το μέλλον επειδή είμαι ελεύθερος, επειδή το χρωστάω στους δικούς μου, στους μαθητές και φοιτητές μου
Βλέπω το μέλλον επειδή κάποιος, επιτέλους, πρέπει να πολεμήσει.