Είν’ ο λυγμός που ξεπηδά και σφίγγει την ψυχή μας,
είναι της πίκρας οδηγός, της ζήσης φυλακή μας,
φίλε δυο λόγια μοναχά μέσα απ’ την καρδιά μας
μιας κι η ζωή μάς φύλαγε να φύγεις μακριά μας,
δεν είναι η ώρα π’ αγρυπνά στο δειλινό ακτίνα,
δεν είναι ούτε πρωινό με τέτοια καταιγίδα,
είναι η ώρα που ζητάς να σταματήσ’ η γη,
βάρη να μη φορτώνουνε τις πλάτες οι καημοί,
είναι της θάλασσας ξηρά,
του ουρανού λιβάδι,
είναι η όχθη του γιαλού,
η καταχνιά το βράδυ,
φίλε σήμερα σιγοτραγουδάς και σιγοψιθυρίζεις
στου ουρανού τις απλωσιές, την πλάτη μάς γυρίζεις,
φίλε δεν είναι τ’ ουρανού τα άστρα που φεγγίζουν
της φαμελιάς σου ο καρπός κι η αγάπη φτερουγίζουν,
κάποτε θάρθει η στιγμή μαζί να σεργιανάμε,
να πλέκουμε στα όνειρα εικόνες που κρατάμε,
θαν’ ο ιστός της άνοιξης, του θέρους η ζεστάδα,
θαν’ της σποράς σου ο καρπός, της μάνας η λαμπάδα,
γιατί απάνω στ’ όνειρο έρχεται καβαλάρης
ο ήχος των μελλοντικών γενιών, το δώρο που θα πάρεις
γιατ’ είναι του συντρόφου η αγκαλιά και των παιδιών η λάμψη
π’ ανατολές και δειλινά θ’ αδράξουνε στην πλάση,
και μεσ’ απ’ τις αγνές καρδιές
που ΄ναι σπορά δική μας
αθάνατοι θ’ αντέξουμε
την αναχώρησή μας…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου