Τα μάτια μου σφίγγω κλειστά,
μ' αμπάρες βαριές τα κλειδώνω,
τον κόσμο χαρίζω σε σας
κρατάω για μένα τον πόνο,
τα μάτια σφραγίζω γερά
με κράμα μετάλλου σφαλίζω,
στη ζήση μου είδα πολλά,
με κάνουν διαρκώς να δακρύζω,
πυρίμαχα βάζω υλικά
οι αχτίδες του ήλιου με καίνε,
κρατάω τα μάτια κλειστά
η φρίκη δε φεύγει μου λένε,
ανταύγειες ιριδίζουσας κόρης
σ' ανήλιαγα θάβω στενά,
ναυάγιου ολόφωτης πλώρης
λοστρόμος δεν θάμαι ξανά,
ματόκλαδα στραφταλίζουν χυτά
στα φώτα δεν θα αντιδράσουν,
γοργόνες θρηνούν γοερά
τα θύματά που μέλλει να χάσουν,
κρατάω τα μάτια κλειστά,
το σκότος πια δεν τρομάζει
μ' αίμα σκαρώσαμε δεσμά
αντίκρυ στη γη π' αλλαλιάζει,
τυφλός μεσ' το φως τριγυρνώ,
απάγγειο δεν βρίσκω στον πόνο
κι αν κάτι θωρώ λαμπερό
με λόγια ευθύς το πληγώνω,
τριγύρω ουρλιάζουν σκυλιά,
ανθρώποι κι αυτοί αλυχτούνε,
τα φώτα που ειν' λαμπερά
δεν τους αφήνουν να δούνε,
στο σβέρκο μια χίμαιρα γνέφει
στους άλλους τρανό προσκεφάλι,
καθένας μας βλέπει αυτό
που ο άλλος με βία διατάζει,
στα υπόγεια χάνομαι, σβήνω,
τους κρότους ακούω και πάω
σ' αυτή τη ζωή δεν θα βρω
ποτέ την τροφή που ζητάω.
Κρατάω τα μάτια κλειστά,
τον κόσμο τον έχω ξεχάσει
ακούω φριχτά ουρλιαχτά
η κόλαση μ' έχει ξεράσει,
κρατάω τα μάτια κλειστά
και τότες, σαν έρθει η μέρα,
σ' απόμακρα μαύρα στενά
το φως θα σηκώσω παντιέρα...
με κράμα μετάλλου σφαλίζω,
στη ζήση μου είδα πολλά,
με κάνουν διαρκώς να δακρύζω,
πυρίμαχα βάζω υλικά
οι αχτίδες του ήλιου με καίνε,
κρατάω τα μάτια κλειστά
η φρίκη δε φεύγει μου λένε,
ανταύγειες ιριδίζουσας κόρης
σ' ανήλιαγα θάβω στενά,
ναυάγιου ολόφωτης πλώρης
λοστρόμος δεν θάμαι ξανά,
ματόκλαδα στραφταλίζουν χυτά
στα φώτα δεν θα αντιδράσουν,
γοργόνες θρηνούν γοερά
τα θύματά που μέλλει να χάσουν,
κρατάω τα μάτια κλειστά,
το σκότος πια δεν τρομάζει
μ' αίμα σκαρώσαμε δεσμά
αντίκρυ στη γη π' αλλαλιάζει,
τυφλός μεσ' το φως τριγυρνώ,
απάγγειο δεν βρίσκω στον πόνο
κι αν κάτι θωρώ λαμπερό
με λόγια ευθύς το πληγώνω,
τριγύρω ουρλιάζουν σκυλιά,
ανθρώποι κι αυτοί αλυχτούνε,
τα φώτα που ειν' λαμπερά
δεν τους αφήνουν να δούνε,
στο σβέρκο μια χίμαιρα γνέφει
στους άλλους τρανό προσκεφάλι,
καθένας μας βλέπει αυτό
που ο άλλος με βία διατάζει,
στα υπόγεια χάνομαι, σβήνω,
τους κρότους ακούω και πάω
σ' αυτή τη ζωή δεν θα βρω
ποτέ την τροφή που ζητάω.
Κρατάω τα μάτια κλειστά,
τον κόσμο τον έχω ξεχάσει
ακούω φριχτά ουρλιαχτά
η κόλαση μ' έχει ξεράσει,
κρατάω τα μάτια κλειστά
και τότες, σαν έρθει η μέρα,
σ' απόμακρα μαύρα στενά
το φως θα σηκώσω παντιέρα...