..αυτό που καίει την
παλάμη μας
σαν πυρωμένο βότσαλο
του καλοκαιρινού ήλιου;
Που σε τυλίγει με την
ανοιξιάτικη αύρα
στο παγωμένο δειλινό
του χειμώνα,
αυτό που σε ταξιδεύει
στα σύννεφα
και σε συντρίβει στα
τάρταρα;
Τι είναι αυτό
που λαμπυρίζει όπως η
κάφτρα του τσιγάρου,
ευωδιάζει σαν δροσερό
πρωινό
στο νοτισμένο χώμα του
φθινόπωρου;
Αυτό που συνθλίβει την
ψυχή
στο δέος του θανάτου,
αυτό που χάραξε,
ανεξίτηλα,
στο ματωμένο σώμα του
βρέφους
που μόλις γεννήθηκε,
μια λέξη και μοναδική:
Ελπίδα;
Τι είναι αυτό
που σ' έκανε συνοδοιπόρο
του Προμηθέα
στον όρκο του ενάντια
στους θεούς,
αυτό που σ' εξολοθρεύει,
σε μειώνει,
σ' εγκλώβισε – νομίζεις
-
στης κόλασης τους
καπνούς;
Αυτό που έκανε τον
Άνθρωπο Δημιουργό
μα και θεριό, συνάμα,
αυτό που ξέσκισε τις
σάρκες σου,
το άρρωστο μυαλό;
Που έδωσε τη δύναμη
στους γέροντες
να δώσουνε την ύστατη
μάχη
για μια ακόμη ανάσα,
ένα χαμόγελο;
Τι είναι αυτό
που κάνει τα κορμιά ν'
αγκαλιάζονται
στη μέθεξη του έρωτα,
στον ιδρώτα της ηδονής;
Αυτό που σ' έσπρωξε να
ερωτευτείς τα άκρα της ζωής,
πλοίο στα μολυβένια
νερά μιας άγριας θάλασσας
στο βαθύ ασημένιο φως
ανταριασμένου φεγγαριού;
Αυτό που σ' αγκαλιάζει
και σ' ανυψώνει
όταν πιστεύεις πια πως
έφτασε το τέλος,
πως τίποτε δεν θα σωθεί,
μήτε θεός μήτε η φύση;
Τι είναι αυτό
το ασύγκριτο, υπέροχο,
μεγαλειώδες,
σαν το ονειρικό περπάτημα
του Πάνα
στων λουλουδιών τις
τρυφερές κορφές;
Ακούς τον ήχο του ή
ήπιες της λήθης το νερό;
[στον Χ. Έσσε για τον Σιντάρτα του] 2000.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου