Οι πάγοι λιώνουν σιωπηλά
και μέσα απ' την ορμή τους,
η θάλασσα ανυψώνεται
κι αυτή σιγά – σιγά,
και το νερό αχόρταγα,
ξέφρενα, θα ξεπλύνει
τόπους, σημάδια και
ψυχές,
λυτρωτικό σα βάλσαμο,
στις άγριες στιγμές,
θα αδράξει από την
ασύλληπτη τάξη
που συναντάς στο σύμπαν
την απελπισία των καημών
που ξεπερνά τα σύνορα
του κόσμου του,
σύνορα των καιρών.
Το νερό θα σβήσει τις
φωτιές,
θα πλύνει τις πληγές
μας,
θα δώσει πάλι τη χαρά
στα πικραμένα χείλια,
θ' ανοίξει τις αγκάλες
του να δείξει τα κοχύλια
που κρύβουν τα διαμάντια
τους
που γίνανε κομμάτια
από τα δάκρυα των λυγμών
των προδομένων, αλύτρωτων,
μοναχικών καρδιών.
Θα βλέπεις κάπου από
ψηλά το απέραντο γαλάζιο,
θα θέλεις ν' αποκτήσεις
τις πέρλες απ' τον πλούτο του,
το άγριο συναίσθημα
που κατακλύζει την ψυχή
αυτού του ατελείωτου
όγκου θαλασσινού νερού
που λυσσομανά κι αλύπητα,
αιώνια, ξεσκίζει
τις σάρκες του στις
άγριες πλαγιές των βράχων των ακτών,
θα βλέπεις την αέναη
κίνηση που ορίζει
τη θλιβερή ματαιότητα
στο πέταγμα των γλάρων,
στων αστεριών την
κάλπικη εικόνα στο νερό,
στη φοβερή, απέλπιδα
προσπάθεια των παλμών
τόσων ψυχών που έψαξαν
να βρουν πάνω στη γη
τη λύτρωση απ' τους
καημούς μιας θλιβερής ζωής.
Η θάλασσα θα 'ναι εκεί,
θα στροβιλίζει πάντα,
τα δάκρυα που κύλησαν
και έγιναν ποτάμια
γιατί ετούτο το νερό
που έλειωσε τους πάγους
είν' οι καημοί υπάρξεων
που πλημμυρίζουν λόχους,
μεραρχίες και στρατόπεδα,
συντάγματα και όρχους
αλύτρωτων, μοναχικών,
ανθρώπινων ψυχών.
Είναι η πηγή που ζήλεψαν
στον ουρανό οι αγγέλοι,
φτεροκοπώντας, μάταια,
γυρεύοντας εντέλει,
αυτό που ξέφρενα κτυπά
μεσ' τις θνητές καρδιές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου