Εγερτήριο, ο ήχος μιας σάλπιγγας, ξεραμένος, στεγνός, βουβός,
ένα ίδιο πρωινό όπως όλα τ' άλλα,
είσαι έτοιμος για άλλη μια μέρα στο κνούτο,
έγινες μηχάνημα, ρυθμισμένο και προγραμματισμένο
(εσύ πιστεύεις για μεγάλα πράγματα)
εξάρτημα της μηχανής που συνθλίβει ζωές και παράγει,
παράγει διαρκώς το αζήτητο, το άυλο, το άχρωμο,
φοβάσαι, φοβάσαι για τη ζωή σου
όμως η ζωή σου δεν σού ανήκει...
δουλεύεις στο λαβύρινθο της μηχανής του κέρδους,
αποξενωμένος απ' όλα, απ' όλους, απ' τη ζωή σου,
θλιμμένα βλέφαρα πεταρίζουν σε άδεια μάτια,
άλλο ένα βήμα για το τέλος, άλλο ένα βήμα στο μονοπάτι
της ερημιάς της ψυχής, της ανυπαρξίας της ύπαρξης,
σκυφτός, αν και όρθιος, χαμένος αν και με τόσα κέρδη,
ζηλεύεις το μονόπτερο που όλη του η ζωή είναι μια μονάχα μέρα
αλλά γεννιέται, ζει, ζευγαρώνει και πεθαίνει,
το πέρας του χρόνου σε απόλυτη τιμή,
το μυστήριο της φύσης, η φύση της ύπαρξης,
φοβάσαι για τη ζωή σου
όμως αυτή δεν σου ανήκει...
γυρνάς κατάκοπος αλλά ικανοποιημένος σκλάβος,
έφερες σε πέρας το πλατάγισμα των κουπιών της γαλέρας,
ο ρυθμός από τα κίμβαλα αντηχούν ακόμη στ' αυτιά σου,
ρυθμός, ρυθμός, ρυθμός να παράγεις, να τραβήξεις κουπί,
μισείς τους κωπηλάτες αλλά είσαι στο ίδιο σκάφος,
μισείς τον τιμονιέρη αλλά σ' αυτόν στηρίζεις τις ελπίδες σου,
μισείς το σκάφος, τη θάλασσα, κουπιά και άρμενα,
ιστία και σχοινιά, σανίδες και αλυσίδες,
ο θόρυβος του περαματάρη, το κέρμα πάνω στα μάτια σου,
η πληρωμή του,
φοβάσαι για τη ζωή σου
όμως αυτή δεν σου ανήκει...
φοβάσαι να αναστηθείς, να αντιπαλέψεις,
να συντριβείς ή να θριαμβεύσεις,
φοβάσαι τόσο, μα τόσο πολύ, να είσαι ελεύθερος,
έρμαιο και λάφυρο στο κούρσεμα των ζωών,
φοβάσαι να μιλήσεις, να κρίνεις, να αγναντεύσεις
πέρα από το χώμα που σε περιμένει μπροστά σου,
έχεις αναδείξει σε κυρίαρχη λατρεία τον πιο ακραίο αταβισμό,
τρόπος ζωής, όνειρο ζωής,
φοβάσαι για τη ζωή σου
όμως αυτή δεν σου ανήκει...
κάποια σου έδωσε πνοή, σε έβγαλε στον ήλιο,
επιλέγεις το σκότος, την αφάνεια, το θολό τοπίο
μιας τετριμμένης, μισάνθρωπης και ευτελούς ζωής,
επιλέγεις το πλήθος, τον κορεσμό του τέρατος,
το λάβαρο του πεπρωμένου, την αναντιστοιχία της μοίρας,
ζεις αλλα δεν υπάρχεις, γλεντάς, αγοράζεις, πουλιέσαι
στην πιο φτηνή τιμή, ευκαιρία για τον κάθε τυχοδιώκτη,
τον κάθε υπάνθρωπο που διαφεντεύει ζωές,
ψυχοφάρμακα, θεραπείες, εξετάσεις,παλμογράφοι, ακτίνες,
φοβάσαι για τη ζωή σου
όμως αυτή την έχεις ήδη ξεπουλήσει...
κάποτε έφτιαχνες τη δική σου βαλίτσα,
τη φόρτωσες με ελπίδες, ιδέες μεγάλες, αλτρουισμό,
θυσία, αναζήτηση, κρίση, πάθος, ελευθερία,
την έθαψες βαθειά κάτω στα υπόγεια της ζωής σου,
σάπισε το δέρμα, σάπισε και το περιεχόμενο,
δεν την αναζητάς, τη λοιδωρείς άμα τη σκέφτεσαι,
προσγειώθηκες, έγινες άνθρωπος, νομοταγής πολίτης,
οικογενειάρχης, επαγγελματίας, αδίστακτος.
Γη και Ελευθερία, Αγώνας και Λύτρωση, Θυσία,
αυτά σε κρατούν στη ζωή,
αλλά εσύ φοβάσαι για τη ζωή σου
φοβάσαι για κάτι που ποτέ δεν απέκτησες...
αποξενωμένος απ' όλα, απ' όλους, απ' τη ζωή σου,
θλιμμένα βλέφαρα πεταρίζουν σε άδεια μάτια,
άλλο ένα βήμα για το τέλος, άλλο ένα βήμα στο μονοπάτι
της ερημιάς της ψυχής, της ανυπαρξίας της ύπαρξης,
σκυφτός, αν και όρθιος, χαμένος αν και με τόσα κέρδη,
ζηλεύεις το μονόπτερο που όλη του η ζωή είναι μια μονάχα μέρα
αλλά γεννιέται, ζει, ζευγαρώνει και πεθαίνει,
το πέρας του χρόνου σε απόλυτη τιμή,
το μυστήριο της φύσης, η φύση της ύπαρξης,
φοβάσαι για τη ζωή σου
όμως αυτή δεν σου ανήκει...
γυρνάς κατάκοπος αλλά ικανοποιημένος σκλάβος,
έφερες σε πέρας το πλατάγισμα των κουπιών της γαλέρας,
ο ρυθμός από τα κίμβαλα αντηχούν ακόμη στ' αυτιά σου,
ρυθμός, ρυθμός, ρυθμός να παράγεις, να τραβήξεις κουπί,
μισείς τους κωπηλάτες αλλά είσαι στο ίδιο σκάφος,
μισείς τον τιμονιέρη αλλά σ' αυτόν στηρίζεις τις ελπίδες σου,
μισείς το σκάφος, τη θάλασσα, κουπιά και άρμενα,
ιστία και σχοινιά, σανίδες και αλυσίδες,
ο θόρυβος του περαματάρη, το κέρμα πάνω στα μάτια σου,
η πληρωμή του,
φοβάσαι για τη ζωή σου
όμως αυτή δεν σου ανήκει...
φοβάσαι να αναστηθείς, να αντιπαλέψεις,
να συντριβείς ή να θριαμβεύσεις,
φοβάσαι τόσο, μα τόσο πολύ, να είσαι ελεύθερος,
έρμαιο και λάφυρο στο κούρσεμα των ζωών,
φοβάσαι να μιλήσεις, να κρίνεις, να αγναντεύσεις
πέρα από το χώμα που σε περιμένει μπροστά σου,
έχεις αναδείξει σε κυρίαρχη λατρεία τον πιο ακραίο αταβισμό,
τρόπος ζωής, όνειρο ζωής,
φοβάσαι για τη ζωή σου
όμως αυτή δεν σου ανήκει...
κάποια σου έδωσε πνοή, σε έβγαλε στον ήλιο,
επιλέγεις το σκότος, την αφάνεια, το θολό τοπίο
μιας τετριμμένης, μισάνθρωπης και ευτελούς ζωής,
επιλέγεις το πλήθος, τον κορεσμό του τέρατος,
το λάβαρο του πεπρωμένου, την αναντιστοιχία της μοίρας,
ζεις αλλα δεν υπάρχεις, γλεντάς, αγοράζεις, πουλιέσαι
στην πιο φτηνή τιμή, ευκαιρία για τον κάθε τυχοδιώκτη,
τον κάθε υπάνθρωπο που διαφεντεύει ζωές,
ψυχοφάρμακα, θεραπείες, εξετάσεις,παλμογράφοι, ακτίνες,
φοβάσαι για τη ζωή σου
όμως αυτή την έχεις ήδη ξεπουλήσει...
κάποτε έφτιαχνες τη δική σου βαλίτσα,
τη φόρτωσες με ελπίδες, ιδέες μεγάλες, αλτρουισμό,
θυσία, αναζήτηση, κρίση, πάθος, ελευθερία,
την έθαψες βαθειά κάτω στα υπόγεια της ζωής σου,
σάπισε το δέρμα, σάπισε και το περιεχόμενο,
δεν την αναζητάς, τη λοιδωρείς άμα τη σκέφτεσαι,
προσγειώθηκες, έγινες άνθρωπος, νομοταγής πολίτης,
οικογενειάρχης, επαγγελματίας, αδίστακτος.
Γη και Ελευθερία, Αγώνας και Λύτρωση, Θυσία,
αυτά σε κρατούν στη ζωή,
αλλά εσύ φοβάσαι για τη ζωή σου
φοβάσαι για κάτι που ποτέ δεν απέκτησες...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου