(σε λίγο θα είναι πάλι επίκαιρο)
Πριν κάμποσα χρόνια στην Ο. Δ. της Γερμανίας, οι ασφαλίτικες υπηρεσίες και το «σωφρονιστικό» σύστημα έβαλαν ορισμένα διεστραμμένα μυαλά να ερευνήσουν για ένα μοντέλο κτιρίων φυλακών όπου θα ήταν πάρα πολύ εύκολο να ισοπεδωθεί η προσωπικότητα του κρατούμενου, να οργανωθεί με έξυπνο τρόπο η αποκοπή του από την κοινωνία και να χρησιμοποιηθεί η οπτική εναρμόνιση με τον περιβάλλοντα τόπο με τέτοιο τρόπο που να οδηγεί το ανθρώπινο μυαλό στην πλήρη απόγνωση και μετάλλαξη της συνείδησής του, έτσι ώστε – στη συντριπτική πλειοψηφία – να επιλέγει την αυτοκαταστροφή/αυτοκτονία παρά την παραμονή σ΄ αυτά. Το επιχείρημα της τότε κυβέρνησης ήταν η καταπολέμηση της τρομοκρατίας που είχε ανθίσει με κορύφωση τα γεγονότα στην ολυμπιάδα του ’74 και τη δράση της ομάδας Μπάαντερ-Μάινχοφ.
Από τότε, το γερμανικό μοντέλο χρησιμοποιήθηκε σε πολλές χώρες (π.χ. Τουρκία) ακριβώς με τον ίδιο τρόπο και με την ίδια αιτιολογία: την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Για τις κυβερνήσεις αρκούσε η καταγγελία ότι είσαι τρομοκράτης για να γνωρίσεις τον «λευκό» τρόμο. Σήμερα, στη χώρα μας, η κυβέρνηση του ξεπουλήματος του δημόσιου πλούτου και της στυγνής τρομοκρατίας στους χώρους εργασίας, αρχίζει ένα επικοινωνιακό παιχνίδι αφήνοντας να διαρρεύσει στη δημοσιότητα η είδηση για δήθεν πρόσθετες ημέρες διακοπών (κατά το τριήμερο της Καθαρής Δευτέρας) υποστηρίζοντας ότι αυτό αποτελούσε χρόνιο αίτημα των επιχειρηματιών, προκειμένου να κινηθεί η οικονομία σε νεκρές (γι αυτούς) περιόδους.
Η «λευκή» βδομάδα, όπως ονομάζεται, είναι ένα ακόμη στοιχείο στο οικοδόμημα της απίστευτης υποκρισίας του κυβερνητικού λόγου και έργου και μια «μελανή» σελίδα για τους ανθρώπους της εκπαίδευσης και τους μαθητές που έσπευσαν, περιχαρείς, να πέσουν στην παγίδα επιβεβαιώνοντας, για πολλοστή φορά, την αναντιστοιχία γνωσιακής διαδικασίας και σύγχρονου ελληνικού τρόπου λειτουργίας των σχολικών ιδρυμάτων και πανεπιστημίων. Αν δούμε τα πράγματα λίγο πιο προσεκτικά θα παρατηρήσουμε όχι μόνο τον δημόσιο εμπαιγμό της κυβέρνησης προς την εκπαιδευτική κοινότητα αλλά και τη μεθοδευμένη στόχευση και ιεράρχηση που κάνει στις επιλογές της.
Είναι γεγονός το ότι ο τρόπος με τον οποίο καλούνται να λειτουργήσουν τα δημόσια εκπαιδευτήρια είναι ολοένα πιο απαξιωτικός τόσο για τον μαθητή/φοιτητή όσο και για τον δάσκαλο-καθηγητή. Η κυβέρνηση αφού έσπευσε να αυξήσει τον αριθμό των μαθητών ανά τμήμα, αφού έκλεισε και θα κλείσει σχολεία, αφού άφησε να κυλήσει η μισή χρονιά δίχως καθηγητές και με χαμένες ώρες, αφού έβαλε τον εκπαιδευτικό κλάδο να εγκλωβιστεί σε ένα μαραθώνιο του ποιος θα περισώσει περισσότερες διδακτικές ώρες και ποιος θα πηγαίνει σε λιγότερα σχολεία (μέσα ή έξω από την περιοχή της οργανικής του θέσης), αφού πέταξε έξω από τα σχολεία εργαζόμενους με αποφάσεις που πάρθηκαν σε μία νύχτα, αφού παραχώρησε σε ιδιωτικές επιχειρήσεις την έκδοση και διανομή των σχολικών συγγραμμάτων (με αποτέλεσμα να έρχονται – ανεξέλεγκτα – ακόμη στα σχολεία στοίβες βιβλίων που θα ξανασταλθούν του χρόνου, σε ένα πάρτι κατασπατάλησης δημόσιου χρήματος, αφού έσπευσε – και θα ξανασπεύσει – να αποδώσει την ιδιότητα του «υπεράριθμου» σε εκατοντάδες καθηγητές και δάσκαλους εφαρμόζοντας μια Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου που ποτέ δεν έφτασε στη Βουλή αλλά έδωσε, όμως, πλασματικούς πίνακες υπεραριθμιών (δεδομένου του ότι ούτε αυτή εφαρμόστηκε κατά γράμμα αλλά με τις γνωστές αυθαιρεσίες του πελατειακού κράτους), αφού περιέκοψε τις δαπάνες για την εκπαίδευση με αποτέλεσμα τα μεν σχολεία να υπολειτουργούν όσο αφορά την τεχνική υποστήριξη, τα δε Πανεπιστήμια να κινδυνεύουν σε ολοκληρωτικό αφανισμό, έρχεται να ανιχνεύσει στην κοινή γνώμη το ενδεχόμενο αποδοχής της καθιέρωσης μιας επιπλέον βδομάδας διακοπών και να ψαρέψει, σε βρώμικα νερά, εκμεταλλευόμενη την απέχθεια των μαθητών προς ένα σχολείο-φυλακή που δεν τους προσφέρει, ουσιαστικά, τίποτε πέραν της καθημερινής απασχόλησής τους σε ένα περιφραγμένο χώρο, σε μαθητικά κελιά.
Περιφρονώντας τα σημαντικότατα προβλήματα της δημόσιας εκπαίδευσης αλλά και της καθημερινότητας του κάθε έλληνα πολίτη, περιφρονώντας τις κατακραυγές για υποσιτισμό παιδιών, για αδυναμία απόκτησης στοιχειωδών υλικών για την επιβίωση οικογενειών σε όλη την Ελλάδα, αποστρέφοντας το βλέμμα προς τη, ραγδαία, επιδεινούμενη οικονομική κατάσταση των συνανθρώπων μας, σπεύδει να θεσμοθετήσει μια νέα περίοδο διακοπών που εξυπηρετεί αποκλειστικά και μόνο τους επιχειρηματίες συγκεκριμένων κλάδων. Μιλάμε για «θεσμοθέτηση» και όχι «νομοθέτηση» επειδή αυτή η ενέργεια της κυβέρνησης αποτελεί την κερκόπορτα για «θεσμοθετήσεις» που κύρια και αποκλειστικά θα θίξουν τους εργαζόμενους στην εκπαίδευση. Η κατάργηση οργανικών θέσεων, η περικοπή ημερών άδειας, η απόλυση ή μισθολογική καθήλωση εκπαιδευτικών με τον θεσμό της περίφημης «αξιολόγησης» βρίσκονται επί θύρας. Η εκπαιδευτική κοινότητα αντιδρά σε κάθε χτύπημα της κυβέρνησης (π.χ. σήμερα 13/1/2014, η Δ και Ε ΕΛΜΕ Αν Αττικής ματαίωσαν με την περιφρούρησή τους την ημερίδα ενημέρωσης διευθυντών Βθμιας εκπαίδευσης από τον αρμόδιο σύμβουλο στο Μουσικό Γυμνάσιο Παλλήνης) αλλά ο αγώνας είναι διαρκής και δύσκολος. Η συσπείρωση και η μαζικότητα των κινητοποιήσεων πρέπει να αποτελέσει το κύριο όπλο στους χώρους που πλήττονται διαρκώς.
Μέχρι σήμερα αντηχούν τα ουρλιαχτά όλων όσων φώναζαν για τις μειωμένες ώρες των εκπαιδευτικών, για τις διακοπές τους, για την ιδιαιτερότητα της εργασίας τους, για τις χαμένες ώρες, τις απεργίες, τους περιπάτους και όλα όσα «κατέστρεφαν» την ελληνική εκπαίδευση. Αυτοί οι ίδιοι, σήμερα, αυτογελοιοποιούνται προσθέτοντας ακόμη ένα κύκλο διακοπών μόνο 4 εβδομάδες πριν τον τρίτο κύκλο των διακοπών του Πάσχα!! Είναι γεγονός ότι η μακροχρόνια (ημερολογιακά) παραμονή του μαθητή στο σχολείο, όπως και η πολύωρη μαθησιακή απασχόλησή του στο σχολικό χώρο οδηγεί σε τελείως διαφορετικό αποτέλεσμα από αυτό που επιδιώκει η παιδαγωγική διαδικασία. Η διακοπή του σχολικού προγράμματος, τόσο σε ημερήσια, όσο και σε μηνιαία βάση είναι επιβεβλημένη, αυτό, όμως, δεν θα το ορίσουν και δεν θα το σχεδιάσουν οι επιχειρηματίες και, πολύ περισσότερο, μια κυβέρνηση που αδιαφορεί για τον τόπο και το εκπαιδευτικό έργο έχοντας μετατρέψει ολόκληρη τη χώρα σε συγκρότημα «λευκών» κελιών όπου, καθημερινά, συνάνθρωποί μας αναγκάζονται να δώσουν, μόνοι τους τέλος στη ζωή τους.
Πριν κάμποσα χρόνια στην Ο. Δ. της Γερμανίας, οι ασφαλίτικες υπηρεσίες και το «σωφρονιστικό» σύστημα έβαλαν ορισμένα διεστραμμένα μυαλά να ερευνήσουν για ένα μοντέλο κτιρίων φυλακών όπου θα ήταν πάρα πολύ εύκολο να ισοπεδωθεί η προσωπικότητα του κρατούμενου, να οργανωθεί με έξυπνο τρόπο η αποκοπή του από την κοινωνία και να χρησιμοποιηθεί η οπτική εναρμόνιση με τον περιβάλλοντα τόπο με τέτοιο τρόπο που να οδηγεί το ανθρώπινο μυαλό στην πλήρη απόγνωση και μετάλλαξη της συνείδησής του, έτσι ώστε – στη συντριπτική πλειοψηφία – να επιλέγει την αυτοκαταστροφή/αυτοκτονία παρά την παραμονή σ΄ αυτά. Το επιχείρημα της τότε κυβέρνησης ήταν η καταπολέμηση της τρομοκρατίας που είχε ανθίσει με κορύφωση τα γεγονότα στην ολυμπιάδα του ’74 και τη δράση της ομάδας Μπάαντερ-Μάινχοφ.
Από τότε, το γερμανικό μοντέλο χρησιμοποιήθηκε σε πολλές χώρες (π.χ. Τουρκία) ακριβώς με τον ίδιο τρόπο και με την ίδια αιτιολογία: την καταπολέμηση της τρομοκρατίας. Για τις κυβερνήσεις αρκούσε η καταγγελία ότι είσαι τρομοκράτης για να γνωρίσεις τον «λευκό» τρόμο. Σήμερα, στη χώρα μας, η κυβέρνηση του ξεπουλήματος του δημόσιου πλούτου και της στυγνής τρομοκρατίας στους χώρους εργασίας, αρχίζει ένα επικοινωνιακό παιχνίδι αφήνοντας να διαρρεύσει στη δημοσιότητα η είδηση για δήθεν πρόσθετες ημέρες διακοπών (κατά το τριήμερο της Καθαρής Δευτέρας) υποστηρίζοντας ότι αυτό αποτελούσε χρόνιο αίτημα των επιχειρηματιών, προκειμένου να κινηθεί η οικονομία σε νεκρές (γι αυτούς) περιόδους.
Η «λευκή» βδομάδα, όπως ονομάζεται, είναι ένα ακόμη στοιχείο στο οικοδόμημα της απίστευτης υποκρισίας του κυβερνητικού λόγου και έργου και μια «μελανή» σελίδα για τους ανθρώπους της εκπαίδευσης και τους μαθητές που έσπευσαν, περιχαρείς, να πέσουν στην παγίδα επιβεβαιώνοντας, για πολλοστή φορά, την αναντιστοιχία γνωσιακής διαδικασίας και σύγχρονου ελληνικού τρόπου λειτουργίας των σχολικών ιδρυμάτων και πανεπιστημίων. Αν δούμε τα πράγματα λίγο πιο προσεκτικά θα παρατηρήσουμε όχι μόνο τον δημόσιο εμπαιγμό της κυβέρνησης προς την εκπαιδευτική κοινότητα αλλά και τη μεθοδευμένη στόχευση και ιεράρχηση που κάνει στις επιλογές της.
Είναι γεγονός το ότι ο τρόπος με τον οποίο καλούνται να λειτουργήσουν τα δημόσια εκπαιδευτήρια είναι ολοένα πιο απαξιωτικός τόσο για τον μαθητή/φοιτητή όσο και για τον δάσκαλο-καθηγητή. Η κυβέρνηση αφού έσπευσε να αυξήσει τον αριθμό των μαθητών ανά τμήμα, αφού έκλεισε και θα κλείσει σχολεία, αφού άφησε να κυλήσει η μισή χρονιά δίχως καθηγητές και με χαμένες ώρες, αφού έβαλε τον εκπαιδευτικό κλάδο να εγκλωβιστεί σε ένα μαραθώνιο του ποιος θα περισώσει περισσότερες διδακτικές ώρες και ποιος θα πηγαίνει σε λιγότερα σχολεία (μέσα ή έξω από την περιοχή της οργανικής του θέσης), αφού πέταξε έξω από τα σχολεία εργαζόμενους με αποφάσεις που πάρθηκαν σε μία νύχτα, αφού παραχώρησε σε ιδιωτικές επιχειρήσεις την έκδοση και διανομή των σχολικών συγγραμμάτων (με αποτέλεσμα να έρχονται – ανεξέλεγκτα – ακόμη στα σχολεία στοίβες βιβλίων που θα ξανασταλθούν του χρόνου, σε ένα πάρτι κατασπατάλησης δημόσιου χρήματος, αφού έσπευσε – και θα ξανασπεύσει – να αποδώσει την ιδιότητα του «υπεράριθμου» σε εκατοντάδες καθηγητές και δάσκαλους εφαρμόζοντας μια Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου που ποτέ δεν έφτασε στη Βουλή αλλά έδωσε, όμως, πλασματικούς πίνακες υπεραριθμιών (δεδομένου του ότι ούτε αυτή εφαρμόστηκε κατά γράμμα αλλά με τις γνωστές αυθαιρεσίες του πελατειακού κράτους), αφού περιέκοψε τις δαπάνες για την εκπαίδευση με αποτέλεσμα τα μεν σχολεία να υπολειτουργούν όσο αφορά την τεχνική υποστήριξη, τα δε Πανεπιστήμια να κινδυνεύουν σε ολοκληρωτικό αφανισμό, έρχεται να ανιχνεύσει στην κοινή γνώμη το ενδεχόμενο αποδοχής της καθιέρωσης μιας επιπλέον βδομάδας διακοπών και να ψαρέψει, σε βρώμικα νερά, εκμεταλλευόμενη την απέχθεια των μαθητών προς ένα σχολείο-φυλακή που δεν τους προσφέρει, ουσιαστικά, τίποτε πέραν της καθημερινής απασχόλησής τους σε ένα περιφραγμένο χώρο, σε μαθητικά κελιά.
Περιφρονώντας τα σημαντικότατα προβλήματα της δημόσιας εκπαίδευσης αλλά και της καθημερινότητας του κάθε έλληνα πολίτη, περιφρονώντας τις κατακραυγές για υποσιτισμό παιδιών, για αδυναμία απόκτησης στοιχειωδών υλικών για την επιβίωση οικογενειών σε όλη την Ελλάδα, αποστρέφοντας το βλέμμα προς τη, ραγδαία, επιδεινούμενη οικονομική κατάσταση των συνανθρώπων μας, σπεύδει να θεσμοθετήσει μια νέα περίοδο διακοπών που εξυπηρετεί αποκλειστικά και μόνο τους επιχειρηματίες συγκεκριμένων κλάδων. Μιλάμε για «θεσμοθέτηση» και όχι «νομοθέτηση» επειδή αυτή η ενέργεια της κυβέρνησης αποτελεί την κερκόπορτα για «θεσμοθετήσεις» που κύρια και αποκλειστικά θα θίξουν τους εργαζόμενους στην εκπαίδευση. Η κατάργηση οργανικών θέσεων, η περικοπή ημερών άδειας, η απόλυση ή μισθολογική καθήλωση εκπαιδευτικών με τον θεσμό της περίφημης «αξιολόγησης» βρίσκονται επί θύρας. Η εκπαιδευτική κοινότητα αντιδρά σε κάθε χτύπημα της κυβέρνησης (π.χ. σήμερα 13/1/2014, η Δ και Ε ΕΛΜΕ Αν Αττικής ματαίωσαν με την περιφρούρησή τους την ημερίδα ενημέρωσης διευθυντών Βθμιας εκπαίδευσης από τον αρμόδιο σύμβουλο στο Μουσικό Γυμνάσιο Παλλήνης) αλλά ο αγώνας είναι διαρκής και δύσκολος. Η συσπείρωση και η μαζικότητα των κινητοποιήσεων πρέπει να αποτελέσει το κύριο όπλο στους χώρους που πλήττονται διαρκώς.
Μέχρι σήμερα αντηχούν τα ουρλιαχτά όλων όσων φώναζαν για τις μειωμένες ώρες των εκπαιδευτικών, για τις διακοπές τους, για την ιδιαιτερότητα της εργασίας τους, για τις χαμένες ώρες, τις απεργίες, τους περιπάτους και όλα όσα «κατέστρεφαν» την ελληνική εκπαίδευση. Αυτοί οι ίδιοι, σήμερα, αυτογελοιοποιούνται προσθέτοντας ακόμη ένα κύκλο διακοπών μόνο 4 εβδομάδες πριν τον τρίτο κύκλο των διακοπών του Πάσχα!! Είναι γεγονός ότι η μακροχρόνια (ημερολογιακά) παραμονή του μαθητή στο σχολείο, όπως και η πολύωρη μαθησιακή απασχόλησή του στο σχολικό χώρο οδηγεί σε τελείως διαφορετικό αποτέλεσμα από αυτό που επιδιώκει η παιδαγωγική διαδικασία. Η διακοπή του σχολικού προγράμματος, τόσο σε ημερήσια, όσο και σε μηνιαία βάση είναι επιβεβλημένη, αυτό, όμως, δεν θα το ορίσουν και δεν θα το σχεδιάσουν οι επιχειρηματίες και, πολύ περισσότερο, μια κυβέρνηση που αδιαφορεί για τον τόπο και το εκπαιδευτικό έργο έχοντας μετατρέψει ολόκληρη τη χώρα σε συγκρότημα «λευκών» κελιών όπου, καθημερινά, συνάνθρωποί μας αναγκάζονται να δώσουν, μόνοι τους τέλος στη ζωή τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου