Σάββατο 4 Οκτωβρίου 2014

Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο…





Περνάνε οι μέρες, περνάνε τα χρόνια και βρίσκεσαι απ’ έξω. Κοιτάζεις τον κόσμο ν’  αλλάζει και αγνοείς ότι αλλάζεις κι εσύ. Κι έρχεται η στιγμή που ξέρεις ότι κάτι άλλαξε μέσα σου, κάτι διαφορετικό σου έχει προσθέσει μιαν άλλη μυρωδιά, έναν άλλο τρόπο να βαδίζεις, να κρατάς το τσιγάρο, να ζεις μέσα στο ανθρώπινο κοπάδι. Αυτή είναι η στιγμή που αναζητάς τον χαμένο χρόνο, μια στιγμή που το ρολόι σταματάει γιατί δεν υπάρχει πια χρόνος, δεν μπορείς να πας πίσω αλλά δεν μπορείς και να δεις μπροστά. Εκείνη τη στιγμή αρχίζει η πάλη, αδυσώπητη, βίαιη, καταιγιστική. Προσπαθείς να ξαναβρείς τον χρόνο που έχασες αλλά δεν ξέρεις πως, δεν ξέρεις που…
Η πρώτη εντύπωση είναι τα μάτια που βλέπεις μπροστά σου. Δεκάδες ζευγάρια γεμάτα με απορία. Σε πολλά έχει φωλιάσει ο φόβος, σε λίγα η αδιαφορία, σε άλλα η περιέργεια, σε όλα, όμως, το βλέμμα του παιδιού, το βλέμμα του αδύναμου, αυτού που θα πρέπει για οκτώ μήνες να βρίσκεται εκεί, να σε κοιτάζει, να παρακολουθεί τι λες, να είναι σε ετοιμότητα να δεχτεί τον σαρκασμό και τη χλεύη από το στόμα σου. Μάτια που είδαν ήδη πολλά, μάτια που αδυνατούν να ερμηνεύσουν τις ανθρώπινες συγκρούσεις, αδυνατούν να ερμηνεύσουν το παράλογο. Μάτια που αισθάνονται γεμάτα ενοχές γι  αυτά που συνέβησαν μέσα στο σπίτι, στην οικογένεια, στον ευρύτερο κύκλο, μάτια κενά χαμένα στην απεραντοσύνη της απορίας.
Κοινωνικές συγκρούσεις, οικογένεια, θεσμοί, ιστορικές μυθοπλασίες, άγνωστες πτυχές της γνωστής ιστορίας, παραλειπόμενα και πληροφορίες, πολλές πληροφορίες, ένας χρόνος πληροφορίες. Έξω βρέχει, η αυλή γέμισε λάκκους με νερό, σε κάτι τέτοιους λιμνάζουμε όλοι μας αλλά αυτός συνεχίζει να μιλάει. Πρέπει να μιλάει γιατί αλλιώς θα γνωρίσει το αμείλικτο μέλλον του, δεν θα έχει χαμένο χρόνο γιατί θα χαθεί ο ίδιος, θα εξαφανιστεί εξαερωμένος σαν να μην υπήρξε ποτέ. Η βροχή συνεχίζεται, τα μισά μάτια κατέβασαν τα βλέφαρα τους, τράβηξαν τις κουρτίνες στα λόγια, αδιαφορούν για τις πληροφορίες, γνωρίζουν και παίζουν με τον χαμένο χρόνο.
Πρέπει να έχεις πάντα ένα χαμόγελο, όρεξη για λόγια, όρεξη για πληροφορίες. Η ζωή τους εξαρτάται από αυτές. Σκορπίζεις πληροφορίες και θερίζεις άγνοια. Πρέπει να είσαι κοντά τους, να αφεθείς στον χαμένο χρόνο τους, να προσπαθήσεις να τον ξανακερδίσεις. Έχεις μπροστά σου ένα θεόρατο τοίχο και λες ότι δεν μπορείς να τον ξεπεράσεις ποτέ και τότε είναι αυτά τα παιδιά που σου ανοίγουν διόδους, σε βοηθούν να ξεπεράσεις τα εμπόδια, να ζήσεις μαζί τους αυτό που χάνουν, αυτό που δεν θα βρουν. Ψυχές στην άβυσσο, αγνές, αθώες, άβγαλτες – όσο κι αν θέλουν να παραστήσουν κάτι άλλο – είσαι στον θάλαμο και έχεις αμφιβολίες, αναστολές, απορίες, ερωτήματα, μόλις βγεις τα μάτια σε κοιτούν διαφορετικά, άλλα μάτια σε άλλη διάσταση. Πάντως έξω συνεχίζει και βρέχει…
Ώρες ατελείωτες, δύσκολες, εφιαλτικές μερικές φορές ειδικά όταν ο δικός σου χαμένος χρόνος θα συγκρουστεί με τον δικό τους. Ανθρώπινα κλουβιά μεγαλώνουν ανθρώπους χωρίς πρόσωπα, χωρίς χρόνο, τον έχουν ήδη χάσει επειδή έτσι είναι η παράδοση, έτσι είναι κι ο χρόνος που χάθηκε από τους προηγούμενους και από αυτούς που ήταν πριν από αυτούς και πάει λέγοντας. Η βροχή έξω σταμάτησε, αλλάζουν οι εποχές, εμείς δεν αλλάζουμε, έτσι χάνουμε τον λίγο και πολύτιμο χρόνο μας. Τα μάτια συνεχίζουν να έχουν την ίδια απορία, αναρωτιούνται αν είμαι ζώο ή άνθρωπος, θύμα ή θύτης, αυθεντικός ή ψεύτικος… και κάποια στιγμή, μέσα στο χρόνο που χάνεται, σταματάνε όλα. Υπάρχει ένα κομμάτι του χρόνου που μπαίνει μέσα σε αγκύλες, αργότερα αναρωτιέσαι αν υπάρχει ή όχι, αν συνέβη ή ήταν φανταστικό. Ξέρεις, ποτέ δεν θα πάρεις απάντηση επειδή οι αγκύλες είναι κι αυτές μέρος του χαμένου χρόνου και είσαι κι εσύ δημιουργός τους. Είναι οι στιγμές που εκφράζονται τα πιο σπάνια συναισθήματα αλλά και τα πιο αυθεντικά. Είναι ακριβώς η στιγμή που τρέχει ο χρόνος και δεν χάνεται, είναι η ζωή στο μεγαλείο της, είναι τα μάτια που σε κοιτάζουν και σε βλέπουν επειδή είσαι εκεί και είναι κι αυτά. Είναι ο χρόνος που κερδίζεται.
Σύγκρουση, οργή, θυμός, προκατάληψη, κάποιοι επιμένουν ότι αυτά τα μάτια είναι ψεύτικα, έχουν δόλο. Αργά ή γρήγορα θα ανακαλύψεις ότι είναι τα λόγια του χρόνου που χάθηκε, τα λόγια μιας χαμένης ζωής. Σύγκρουση με τα μάτια, μετά στοχάζεσαι, αισθάνεσαι τύψεις, βιώνεις την αδικία, αναγνωρίζεις ότι μπλέχτηκες στα γρανάζια του χρόνου που χάνεται. Παντού υπάρχει αθωότητα κι εσύ βλέπεις το μίσος, παντού υπάρχει το μίσος για τον χαμένο χρόνο, για τις πληροφορίες, για τον εγκλεισμό. Έπρεπε να το είχες καταλάβει, πιάστηκες στα δίχτυα του, στα δίχτυα του χρόνου που δεν κυλάει…χάνεται.
Υπάρχει, όμως, και η αγάπη, αυτή που δεν εξωτερικεύεται επειδή ο εγκλεισμός την απαγορεύει. Αγάπη από τα μάτια που σε κοιτάζουν κατάματα και δεν το κατάλαβες, το προσπέρασες και όταν φτάσει η ώρα θα είναι αργά επειδή άφησες αυτό το συναίσθημα να πνιγεί στον χαμένο χρόνο. Μάτια που λάμπουν, μάτια που σε παρακολουθούν, σε ενσωματώνουν στο δικό τους περιβάλλον, στον χώρο της αληθινής ζωής, του χρόνου που κερδίζεται. Τα περισσότερα είναι θλιμμένα, κουβαλάνε το σταυρό τους, περιμένουν να τους δείξεις πώς να κερδίσουν τον χρόνο τους, πως θα χειραγωγήσουν τους δείκτες του ρολογιού. Εδώ αισθάνεσαι ηττημένος, τα προσπέρασες επειδή έπρεπε να χάσεις το χρόνο σου, επειδή δεν κατάλαβες το δάκρυ που κρυβόταν σ’  αυτά τα μάτια. Ψυχές αμόλυντες, γνήσιες, καθαρές, γενναίες, παραμερίζουν την αδιαφορία σου επειδή ξέρουν ότι κι εσύ είσαι έγκλειστος, κι εσύ δουλεύεις για τον χαμένο χρόνο. Όταν θα αποκαλυφτούν θα είναι συγκλονιστικά, θα παλεύεις συνεχώς μέσα σου με αυτά τα μάτια, θα τα κουβαλάς μαζί σου, θα είναι αυτό που κέρδισες από τον χρόνο που χάνεται. Θα είναι ο ξανακερδισμένος χρόνος σου, η συντριβή της απάθειας, της πληροφορίας, της νόρμας, της εγκιβωτισμένης ζωής. Θα είναι το συγγνώμη απέναντι στην αθωότητα, απέναντι στην καθημερινή μιζέρια. Θα είναι ο τελικός θρίαμβος απέναντι στον χρόνο που χάσαμε, θα είσαι εσύ κι εγώ μαζί στον αγώνα για να ξανακερδίσουμε τη ζωή μας….

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου