Τετάρτη 1 Οκτωβρίου 2014

Το φιλί που δεν θα έρθει ποτέ.


Τα πεύκα έπαιζαν με τις βελόνες τους
στο φως του μισοφέγγαρου,
οι λεύκες κούναγαν τα φύλλα τους
λίγο πριν τα θυσιάσουν στο χειμώνα,
γρασίδι είχε φυτρώσει σε μερικές κόγχες
των πανάρχαιων μαρμάρων
που κείτονταν πεσμένα, νεκρά από καιρό,
αντικείμενο θαυμασμού των ζώντων
προς τον θάνατο.
Οι φιλύρες σιγοτραγούδαγαν τον ύμνο του πάνα
οταν πήγαινε να τρυγήσει καρπούς και πνεύματα,
τα σκαλοπάτια ανέβαιναν ανάμεσα σε σπίτια
μιας άλλης εποχής,
και ανέβαιναν και ανέβαιναν...
πέτρινοι πάγκοι,παγωμένες ψυχές,
περίμεναν τη ζέστη μιας καρδιάς που φλέγεται,
σήμερα, όμως, θα περίμεναν για πολύ....
Κάθισες και στοχάστηκες το άπειρο,
τη θέαση του αθέατου, τη συντροφιά της λήθης,
αναρωτήθηκες για την Ύπαρξη και για τα ελαττώματά της,
σκέφτηκες πως έχασες τον δρόμο της ζωής.
Στοχάστηκες τον έρωτα κοιτάζοντας τα φώτα της πόλης,
είδες χιλιάδες απρόσωπα πρόσωπα,
ένοιωσες την οδύνη μιας μοναξιάς που σε πλημμύριζε,
που ερχόταν κατά κύμματα, ριπές του ασυνείδητου.
Ήσουν εκεί μόνος παρά την παρουσία δίπλα σου,
ήταν η ώρα που τολμούσες το άλμα στο άγνωστο,
μόνος, απόκληρος από ένα κόσμο που σου είναι άγνωστος,
αισθάνθηκες την παγωνιά της νύχτας, την παγωνιά στην ψυχή της,
περίμενες τη ζεστασιά της ψυχής, τον ύμνο του έρωτα,
περίμενες το φιλί που δεν ήρθε.....
είσαι εκεί και θα μείνεις εκεί,
ο καθένας παίρνει από τη ζωή αυτό που του αξίζει,
εσύ θα περιμένεις εκεί την κατανόηση, την ζέστη μιας καρδιάς
που πάλεται σε μοναδικούς ρυθμούς,
θα μείνεις εκεί και θα περιμένεις το φιλί που δεν θα έρθει ποτέ...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου