Κυριακή 15 Φεβρουαρίου 2015

αιώνια επιστροφή



Τα χείλη που συναντήθηκαν
στα χείλη του ποτηριού,
άφησαν το φως του ήλιου
να περάσει μέσα από τα σκονισμένα μάρμαρα,
αφέθηκαν στο άρωμα του λευκού κρασιού,
στην αγωνία του χρόνου
και στο αναπάντεχο της συνάντησης.
Αγέρωχα, αντάμωσαν το άγνωστο
μέσα στις καρδιές που πρωτογνωρίστηκαν,
στα χέρια που ακούμπησαν τις ψυχές
για πρώτη φορά.
Εκεί, ανακατεύοντας τα μυστικά τους
ξαναγνωρίστηκαν,
στην αιώνια επιστροφή
σε ένα σύμπαν πεπερασμένο
αλλά γι αυτά, απέραντο!

Les lèvres qui se rencontrèrent
aux  lèvres de la vitre,
ont laisse’  la lumière du soleil
passer à travers le marbre poussiéreux,
ils ont plonge’ dans l'arôme du vin blanc,
a’ l'agonie du temps
et de la rencontre inattendue.
Impérieuses, rencontrent l'inconnu
dans les cœurs qui ont été’ déjà rencontrés,
aux mains qui ont touché les âmes
pour la première fois.
La’, en remuant leurs secrets
se sont reconnus a’ nouveau,
au retour eternel,
dans un univers
limite’
mais pour eux, sans fin!

Απόσταση





Στη ζωή διανύεις αποστάσεις,
στη ζωή ονειρεύεσαι την Ιθάκη, το πέρας
του ταξιδιού που ποτέ δεν θα τελειώσει!
Αποστάσεις, αποστάσεις και χωρίς μια στάση,
χωρίς ένα καφέ κι ένα τσιγάρο,
ανάμνηση για την αφετηρία, αυτή που λησμόνησες
αυτή απ’ όπου έφυγες, ορίζοντας καινούργιους ορίζοντες!

Η απόσταση του Θεού από τον άνθρωπο
μερικά εκατοστά, κι όμως ατέλειωτη πορεία,
πρέπει συνέχεια να περπατάς,
να σκύβεις και να μυρίζεις το χώμα,
το άρωμα της φύσης!
Κι εκεί οι άγγελοι σου βάζουν καινούργια σύνορα,
σου δείχνουν, άσπιλοι, άμεμπτοι, αγνοί,
ένα προορισμό που αγνοείς, ένα μυστήριο
στο πέρας του ταξιδιού.

Αποστάσεις, αποστάσεις, συνέχεια περπατάς
και συνέχεια αισθάνεσαι μόνος.
Σκορπάς το Είναι σου στον δρόμο,
στην πυρωμένη άσφαλτο, στον χωματόδρομο,
στα μοναχικά μονοπάτια,
εκεί που τα φύλλα σου ψιθυρίζουν, σου μιλάνε,
σου λένε για τις αποστάσεις, για τον δρόμο,
για τη φρίκη του απλησίαστου,
του μοναχικού, του ονειροπόλου, του ξεχωριστού,
τα φύλλα ψελλίζουν την Ύπαρξή σου, την αγωνία σου,
το δράμα να προχωράς μόνος, να ψάχνεις τον σταθμό
για τη ζωή σου, αυτή που έζησες διανύοντας αποστάσεις,
καλύπτοντας ατέλειωτες διαδρομές, ανεκπλήρωτα όνειρα!

Κι εκεί κάπου, σε κάποια στροφή του δρόμου αναζητάς
τον άγνωστο που βρίσκεται χρόνια μέσα σου,
τον γνωστό που ξέρεις χρόνια αλλά δεν γνώρισες ποτέ,
γιατί ήταν οι αποστάσεις,
οι δρόμοι.
η ζωή που έζησες,
το φως που δεν είδες,
κι όμως ήταν πάντα δίπλα σου, πάντα μαζί
αλλά εσύ είχες αποστάσεις να διανύσεις,
σκοπούς να πετύχεις,
όνειρα να πραγματοποιήσεις,
κι όμως ήταν δίπλα σου
και θα είναι για πάντα, εκεί δίπλα σου,
πέντε πόντους από το άγγιγμα του Θεού
στο ανθρώπινο χέρι…..

Τρίτη 10 Φεβρουαρίου 2015

Σιωπή


στη βόλτα με τον άνεμο, συνάντησα τη σιωπή,
απρόσωπη, μελαγχολική και δύστροπη,
κοιτούσε με θολά μάτια το απέραντο κενό,
με βλέμμα που διέσχιζε τον καπνό απ' τα τσιγάρα
των ανθρώπων.


έπιασα τους κόκκους της άμμου που κυλούσαν
απ' το χέρι μου, προσπάθησα να ακούσω
τον ήχο τους όπως σάρωναν τα φθαρμένα μάρμαρα,
παρατήρησα τις στάλες της βροχής, άηχες, νότες
σε πιάνο χαλασμένο.


βημάτισα πάνω στο νοτισμένο γρασίδι,
η απουσία του ήχου ταυτίστηκε με την απουσία
του ήχου των παλμών της καρδιάς, μιας καρδιάς
που είχε αυτονομηθεί, είχε επιλέξει να σπάσει
σε χίλια κομμάτια.


ήμουν στο κέντρο της πολύβουης πόλης,
ο ήχος των πολύχρωμων φώτων ήταν ο μόνος
που μου μίλαγε, τ' απόκρυφα σοκάκια,
τα στενά με τις περίεργες φιγούρες συμπλήρωναν
το παζλ της σιωπής.


παντού ο θόρυβος της σιωπής, ο θόρυβος της μοναξιάς,
ο ήχος ενός άηχου σύμπαντος βαπτισμένου στη μοναδικότητα
της απουσίας, προσπάθησα να της μιλήσω,
να της πω λόγια που κρύβαν τα μυστήρια
του σύμπαντος.


με κοίταξε αγέρωχη, σκληρή, με περιφρόνηση
για το θάρρος μου να της απευθύνω τον λόγο,
για την ερώτηση που της έκανα, για τον ήχο
που έβγαινε απ' το λαρύγγι μου, γέλασε προκλητικά
και μου απάντησε: "σώπαινε"....

και γυρνώντας μου την πλάτη, την άκουσα
να ψιθυρίζει: "άνθρωπε".

ΣΕΙΡΑ ΜΑΣ...


Απολαμβάνω τη μυρωδιά του πρωϊνού καφέ, το πρώτο τσιγάρο, τη σκέψη της περασμένης ημέρας, το χάραμα που γλύφει σιωπηλά τα σίδερα του μπαλκονιού!
απολαμβάνω το χυμό της νοσταλγίας, τις παραμυθένιες ώρες των παιδικών αναμνήσεων, τ' ατελείωτα ταξίδια στις ονειρικές ακρογιαλιές και στην ξένοιαστη νιότη!
απολαμβάνω τη γλύκα του βραδινού κρασιού, την κόπωση της μέρας, τη μουσική των ήχων, τα χρώματα που στριφογυρίζουν στο μυαλό μας!
απολαμβάνω τον σύντροφό μου, την ανάσα του, τις κουβέντες που δεν ειπώθηκαν και τα πικραμένα μάτια, την κρυφή γλώσσα των παιδιών μου, τα ξέφρενα νιάτα τους, το βλέμμα που σε θωρακίζει, την κουβέντα που περιμένεις και τη συντροφιά που είχες την ευλογία να έχεις!
απολαμβάνω το σύμπαν, το μοναχικό ταξίδι των αστεριών, τη μηδαμινότητα της ύπαρξης, το αέναο πέρας και την επαναλαμβανόμενη αρχή!
απολαμβάνω την ανθρώπινη επαφή, τον άλλο, το άρωμα της σκέψης του, τη μοναξιά των κανόνων που έθεσε στον εαυτό του, το κοινό μας ταξίδι στην ουτοπία!
απολαμβάνω το χέρι του φίλου, την ανάσα της ειλικρίνειας, το βλεφάρισμα της συνταύτισης, την αναγνώριση του προσωρινού, την αποδοχή της αιωνιότητας και της αέναης επιστροφής!
απολαμβάνω την Αποκάλυψη, το περπάτημα πάνω στις μάσκες που έπεσαν, στην προσωπική αγωνία για το εφήμερο, το απάνθρωπο, το περατό!
απολαμβάνω το φόβο της αλλαγής,τον τρόμο των μικροαστών που γνώρισαν τη δροσιά της θαλασσινής αγκάλης αλλά δεν γνωρίζουν να κολυμπούν, το αφιέρωμα της ζωής στο θησαυρισμό, στην αλλαζονεία, στην πνευματική φτώχια!
απολαμβάνω το πέπλο της άγνοιας που τυφλώνει τις διχασμένες συνειδήσεις, το τρεμούλιασμα στη φωνή του θηρίου που αναγκάζει τον μικροαστό να σκύψει μπροστά στη μυρωδιά του χάρτινου σκευάσματος που ονόμασε χρήμα!
απολαμβάνω το αδυσώπητο κυνηγητό μιας ζωής βουτηγμένης στον θάνατο, μιας ματαιότητας που πλημμυρίζει τα στήθια των χυδαίων που ασελγούν στις μνήμες αυτών που λάτρεψαν τη ζωή, αυτών που έζησαν μετά τον θάνατο!
απολαμβάνω την αύρα της ελευθερίας, τον ορυμαγδό του μαύρου στρατόπεδου, την αγκαλιά της ελπίδας!
απολαμβάνω - όσο και να κρατήσει - τη συντριβή σας, την ήττα σας, τον τρόμο σας, τον πανικό και την απελπισία σας, το τραγικό γύρισμα της Μοίρας που καρφώσατε στο σταυρό και ρουφάγατε το αίμα της!
απολαμβάνω τον θάνατο γιατί προαναγγέλλει τη ζωή!!

ΟΤΑΝ ΑΡΧΙΖΟΥΝ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ!

ΟΤΑΝ ΑΡΧΙΖΟΥΝ ΤΑ ΟΡΓΑΝΑ!
ή
συν Ελπίδα και χείρα κίνει!
(τραγουδιέται στο ρυθμό: ω έλατο, ω έλατο)

ω Έλληνα, ω Έλληνα,
μ' αρέσεις, πως μ' αρέσεις!
το βράδυ πίνεις και μεθάς
και το πρωϊ παραμιλάς,
ω Έλληνα, ω Έλληνα,
τι δίδαγμα η ζωή σου!
σε ανηφόρες και στροφές,
σε κατηφόρες εύκολες,
ω Έλληνα, ω Έλληνα,
το κόμμα σου ψηφίζεις!
Την άλλη μέρα βλαστημάς,
σε κοροϊδεύουν και γελάς,
ω Έλληνα, ω Έλληνα,
τι δίδαγμα η ζωή σου!
φιλοσοφίες και αρχές,
ιδεολογίες κι αρετές,
τις έχεις ξεπουλήσει!
ψηφίζεις ό,τι σου βρεθεί
για να φιλάς και πισινή,
ω Έλληνα, ω Έλληνα,
μ΄ αρέσεις, πως μ' αρέσεις!!
τους άλλους βάζεις να μοχθούν
και στον αγώνα να ριχτούν
κι εσύ το διασκεδάζεις!
όλα τα ξέρεις και μιλάς,
βρίζεις, φωνάζεις και γελάς
στους άλλους τα φορτώνεις!
Κι όταν πρέπει να ορθωθείς
στη μάχη να ατσαλωθείς,
ω Έλληνα, ω Έλληνα,
την πάρτη σου βολεύεις!
ω Έλληνα, ω Έλληνα,
μ΄αρέσεις, πως μ' αρέσεις!
με μύθους οχυρώνεσαι,
πανεύκολα σκλαβώνεσαι,
με γλώσσα έξω τριγυρνάς
να γλύφεις ξένους προτιμάς,
ω Έλληνα, ω Έλληνα,
τι φρίκη ειν' η ζωή σου!