(στην Έφη)
το φεγγάρι ολόγιομο έχει κάνει ανταύγειες
κατακόκκινες σπίθες που φωτίζουν
χαράδρες,
τους κρατήρες του βάφουν με το
χρώμα του ήλιου,
το φεγγάρι ματώνει σε γραμμές
βινυλίου,
μοναχό του στο σύμπαν με μητέρα
χαμένη,
το φεγγάρι ζευγάρωσε, έπλασε την ειμαρμένη,
κι είναι πρόσφυγας πάντα μέσ’ τ’
ανείπωτο χάος,
το φεγγάρι δακρύζει γιατί είσαι
μονάχος.
Γιατί τάχα το δάκρυ δεν στεγνώνει
ποτέ,
γιατί πάντα το γεύεσαι αλμυρό
ουρανέ;
γιατί τάχα το δάκρυ συνοδεύει φοβέρες,
γιατί τόσες ελπίδες τσακιστήκαν στις
ξέρες,
γιατί σ’ αύλακες σπρώχνει τη ζωή
να κυλάει,
γιατί μ’ ώχρα γεμίζει κάθε τι που φιλάει,
γιατί είν’ η παρέα τού αδίστακτου
πότη,
γιατί πάντα σε λυγμούς θα ξεσπά η
ανθρωπότης;
Συ φεγγάρι έχεις ζώσει της Μήδειας
το άρμα,
του Ορφέα θα πλάθεις, θα
συντρίβεις το άσμα,
τελευταία εικόνα στη θυσία της κόρης
στο βωμό που το αίμα θα κινεί τον
στρατό της,
στις σπηλιές του αδύτου θα καλείς
την Αλκήστη
γιατί ο άνδρας δεν θέλει, δεν
μπορεί σαν κι εκείνη να γίνει,
στου ανέμου το θρόισμα, στη
δροσιά της αυγής
αποσύρεις το στράτευμα που εσύ
διοικείς,
συ φεγγάρι με βλέφαρα που
χαρίζουν ελπίδες,
θα αστράψεις τις νύχτες των
Βακχών τις λεπίδες,
νυχτοβάτες και πλάσματα των
αιώνιων μύθων
Λαιστρυγόνες θεριεύεις στις παγίδες
των στίχων,
μη φεγγάρι ολόμαυρο, μη ματώνεις
ξανά,
τον πλανήτη που βλέπεις το θεριό
κυβερνά
σε μανδύα πλεγμένο απ’ του
βρέφους το κλάμα,
απ’ το θείο το αίμα, το ιχώρ και
το νάμα,
μη γυρίζεις την πλάτη στο κατόπι
του ήλιου
θα καείς σα θα νοιώσεις την ανάσα
του κύκνου,
με τη Λήδα Διόσκουρους δεν θα
δεις να γεννιούνται
μα τον Άβελ και τον Κάιν γιατί ο χρησμός οδηγεί
μοναχοί να σφαχτούνε,
συ φεγγάρι πανώριο μη μου
κλείνεις το μάτι
ήρθε η ώρα πού όλα εγινήκανε
στάχτη,
στη σπηλιά μάς ξανάκλεισαν, δεν
υπάρχει Κανένας,
το μονόφθαλμο τέρας τη ζωή μας
στραγγίζει
στους ιστούς μιας αντένας,
τρέξε, αγκάλιαστο, πιάστο και
γοργά φύλαξέ το
το φεγγάρι βαθειά σε μια γλάστρα
φύτεψέ το,
γύρω – γύρω με μίσχους από
κρίνους στεφάνι
στήριγμά του να βάλεις γιασεμιά, της
νυκτός πυροφάνι,
και σαν έρθει η ώρα,
σα προβάλει η αυγή,
μη διστάζεις πια τώρα,
ξανασκάψε τη γη,
με ιδρώτα και πόνο
ξαναφτιάξ’ το φαί σου.
με ιδρώτα και πόνο
ξαναβρές τη ζωή σου,
επειδή στη ζωή μας ετούτη
πάντα φτάνει μια γλάστρα,
τι το θες το φεγγάρι
σαν υπάρχουνε τ’ άστρα….
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου